"Ρώτησα τον κύριο Βαν ποια μαθήματα πρέπει να πάρω για να γίνω συγγραφέας κωμικών επεισοδίων για την τηλεόραση. Ο κύριος Βαν είπε οτι δεν χρειάζεται κανένα προσόν, αρκεί να' σαι διανοητικά καθηστερημένος."
Σου Ταουνσεντ : Το κρυφό ημερολόγιο του Αντριαν Μολ



Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Έβιντεντ Ντόντο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Έβιντεντ Ντόντο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

14.2.09

Εβιντεντ Ντόντο- Το μυστήριο του ξύλινου κουτιού

Ο Έβιντεντ Ντόντο είναι ο ντετέκτιβ των ονείρων του. Κάθε βράδυ στον ύπνο του καλείται να εξιχνιάσει ένα ακόμα μυστήριο που έχει πάντα την ατυχία να ξεχνάει μόλις ξυπνήσει…


Το κουτί έχε βρεθεί και πάλι πάνω στο γραφείο μου όσες φορές και αν είχα δοκιμάσει να το ξεφορτωθώ. Τις προηγούμενες μέρες το είχα πετάξει στα σκουπίδια, έξω από το παράθυρο, το διέλυσα με σφυρί, ηλεκτρικό πριόνι, μέχρι φωτιά του είχα βάλει και το είχα κάνει στάχτη. Αλλά το κουτί ήταν πάντα την επόμενη μέρα εκεί ανέπαφο όπως ακριβώς το είχα πρωτοβρεί. ξύλινο, σκαλιστό διαστάσεων 12Χ15Χ10, φαγωμένο από εγκοπές στις γωνίες και το βερνίκι να έχει ξεφλουδίσει γύρω από την κλειδαριά. Ακόμα και αυτή ξεκλείδωνε πάντα με τον ίδιο παρόμοιο τρόπο: Πίεση του κλειδιού μέσα και αριστερά και στο γύρισμα το κλειδί, ένα χιλιοστό έξω.


Αν και ήξερα από πριν τι θα βρω, ξανάνοιξα το κουτί με την ελπίδα για κάτι καινούριο. Όχι όλα ήταν στην ίδια θέση. Μια τούφα από τα ξανθοκάστανα μαλλιά της, ένα μισοτελειωμένο μπουκαλάκι με το άρωμα της, το πορφυρό κραγιόν της, ένα ξεραμένο βερνίκι νυχιών και μία φωτογραφία της κόντρα στον ήλιο. Και αυτή την γυναίκα ήξερα πώς κάποτε την είχα ερωτευτεί.


Όμως, πότε είχε γίνει αυτό; Ποία ήτανε; Πώς την λέγανε; Πού είναι τώρα; Δεν θα μπορούσα ποτέ να θυμηθώ. Το μόνο συναίσθημα που μου είχε απομείνει ήταν μία αίσθηση αγάπης και έρωτα καθώς ανοίγοντας κάθε μέρα εκείνο το κουτί ξεχύνονταν όλες οι μυρωδιές της πάνω στο γραφείο κάνοντας όλα τα άλλα γύρω μου απίστευτα βαρετά απίστευτα ανούσια.


Προσπάθησα για άλλη μία φορά να εξετάσω εκείνη την φωτογραφία. Την εικόνα της. Κόντρα σε έναν κατάλευκο ήλιο η μορφή αυτή δεν μου άφηνε πολλά περιθώρια ανάγνωσης. Το μόνο που έβλεπα τη θολή μαύρη σιλουέτα της. Αλλά τι φορούσε; Φόρεμα; Παλτό ή κάποιου είδους μαγιό; Ήταν καλοκαίρι όταν τράβηξα αυτή την φωτογραφία; Χειμώνας; Εγώ ήμουν αυτός που την τράβηξε; Πώς ήτανε το σώμα της άραγε; Τι σχήμα είχε ακριβώς ή πόσο μεγάλο ήταν το στήθος της; Πώς ήταν τα χαρακτηριστικά της; Χαμογελούσε; Μήπως αντί να κοιτά εμένα, προχωρούσε προς τον ήλιο; Εγώ την είχα αφήσει ή αυτή;


Από κάπου μακρυά, άκουσα τις πένθιμες καμπάνες της Θείας Μελαγχολίας και από το μισάνοιχτο παράθυρο του τετάρτου ορόφου στο οποίο στεγάζεται το γραφείο μου άρχισαν να γλιστρούν βαριά σύννεφα της ατμόσφαιρας. Ακούστηκε ένα υπόκωφο μπουμπουνητό και άρχισαν οι πρώτες ψιχάλες πάνω στα χαρτιά, στο καπέλο, στο ρεβόλβερ, στο ξύλινο κουτί. Αλλά όλα αυτά είχαν επαναληφθεί και ξανασυμβεί χιλιάδες φορές στο παρελθόν, έτσι; Ο μόνος τρόπος να γλιτώσω την νεροποντή που θα ερχότανε ήτανε να κλείσω το γαμημένο κουτί, να απαλλαγώ από αυτό.


Σήμερα κιόλας θα έπαιρνα πλοίο προς άγνωστη κατεύθυνση αποφασισμένος στην μέση του ταξιδιού να πετάξω το κουτί στην μέση του ωκεανού. Είπα στην γραμματέα μου ότι θα φύγω ένα επαγγελματικό ταξίδι για κάνα δυο μέρες και αν μπορεί να θυμάται να μου ποτίζει το σφαιροφυτό. Χωρίς να της δώσω περισσότερες εξηγήσεις, φόρεσα την καμπαρντίνα, το καπέλο μου, αποβιβάστηκα σε ένα σκουριασμένο πλοίο και έφυγα.


Στην μέση ενός φουρτουνιασμένου ωκεανού ξαφνικά το θυμήθηκα. Είχα ξεχάσει το κουτί πάνω στο γραφείο.


9.9.08

Έβιντεντ Ντόντο- Το Μυστήριο Του Αμούστακου Παιδιού

Ο Έβιντεντ Ντόντο είναι ο ντετέκτιβ των ονείρων του. Κάθε βράδυ στον ύπνο του καλείται να εξιχνιάσει ένα ακόμα μυστήριο που έχει πάντα την ατυχία να ξεχνάει μόλις ξυπνήσει…

Επιτέλους, είχα στριμώξει το Αμούστακο Παιδί , τον περιβόητο ληστή περιπτέρων, στο στενό δρομάκι με το μαγαζί με τα κατοικίδια. «Παραδόσου» του είπα, σημαδεύοντας το με το Θλιμμένο Απόγεμα , όπως είχα ονομάσει το περίστροφο μου. «Υπάρχει μάρτυρας που σε είδε την ώρα του φόνου.». «Δεν ήμουν εγώ», φώναξε το Αμούστακο Παιδί τραβώντας μέσα από την μαύρη κάπα του το περίστροφο. «Να σου συστήσω τον δικό μου μάρτυρα! Ονομάζεται Χαρούμενο Πρωινό.» Η σφαίρα του εξοστρακίστηκε δίπλα μου, και σκότωσε ένα κουνάβι από το απέναντι μαγαζί με τα κατοικίδια. Τον σημάδεψα με την σειρά μου μα το δικό μου περίστροφο δεν ήταν και πολύ κεφάτο. Αντί να πυροβολήσει, έριξε έναν αναστεναγμό και ξαναχώθηκε με χαμηλή αυτοπεποίθηση πίσω στην ζώνη μου. Σκέφτηκα πως ήταν καιρός να του δώσω βιταμίνες. Το Αμούστακο Παιδί έτρεξε από την αντίθετη κατεύθυνση αρχίζοντας τώρα να το κυνηγώ. Τα γρήγορα βήματα του με οδήγησαν σε μία μεγάλη στρογγυλή πλατεία χωρισμένη στην διάμετρο της από μία συστάδα πλατάνια που χώριζαν τον ουρανό στα δύο. Η αριστερή της πλευρά ήταν φωτισμένη με λάμπες φθορίου που έβγαζαν ψυχρό φως ντυμένη απο καθαρά γυαλιστερά πλακάκια σε λευκό χρώμα. Η δεξιά ήταν απόλυτα σκοτεινή, και το έδαφος όσο μπορούσα να διακρίνω μέσα στο σκοτάδι έμοιαζε ένα λασπώδες έλος. Τα μόνα πρόσωπα που συνάντησα κάτω από τις λάμπες, ήταν δύο καλόγεροι ντυμένοι στα λεύκα που καθισμένοι στα πλακάκια παίζανε ένα είδος ντάμας. Ένας από αυτούς γύρισε με πράο ύφος προς τα μένα. «Από την άλλη να πάς. Όλοι από εκεί πάνε. Εμείς οι δύο ήμασταν οι μόνοι που διαλέξαμε τον Παράδεισο». Όταν ξανακοίταξα το παιχνίδι, η ντάμα τους είχε μεταμορφωθεί σε Μονόπολη...

Συνεχίζεται…

22.7.08

Έβιντεντ Ντόντο- Το Μυστήριο Των Λευκών Σελίδων.

Ο Έβιντεντ Ντόντο είναι ο ντετέκτιβ των ονείρων του. Κάθε βράδυ στον ύπνο του καλείται να εξιχνιάσει ένα ακόμα μυστήριο που έχει πάντα την ατυχία να ξεχνάει μόλις ξυπνήσει…

Σήμερα, η εφημερίδα ήταν άδεια. Ξεφύλλισα μέχρι την τελευταία σελίδα διαπιστώνοντας πώς όλα τα φύλλα της ήταν λευκά. Αυτό θα έπρεπε να μου θυμίσει πως κακώς συνεχίζω να την αγοράζω από τον τυφλό εφημεριδοπώλη στην γωνία Μπορίς και Βιάν. Και παρόλο που ήταν Παρασκευή δεν υπήρχε κανένα έγκλημα για εξιχνίαση. Άφησα την εφημερίδα του τυφλού δίπλα στο μπέρμπον και το αλκοολικό περίστροφο μου, ρίχνοντας μία μάτια έξω από το παράθυρο. Σήμερα έβρεχε πάλι καταρρακτωδώς μουσική. Τσάρλι Πάρκερ είχανε πει από το δελτίο καιρού. Κατά το βραδάκι λέγανε ότι θα το γύριζε σε Μαίλς Ντεϊβις, αλλά δεν είναι να έχεις εμπιστοσύνη στα δελτία καιρού. Στο διπλανό δωμάτιο μία γραφομηχανή Cloudsheep του ‘30, χτυπούσε δαιμονισμένα. Η Τάϋπο-Χομ η γραμματέας μου, μία κοκκινομάλλα από το Μιζούρι, αν και είχε αργήσει για ακόμα μια φορά , συνέχισε να δακτυλογραφεί νοητικά το κείμενο που της είχα υπαγορεύσει, από μακριά. Πάλι καλά. Αν δεν έκανε και αυτό θα έπρεπε να την διώξω. ‘Άναψα ένα τσιγάρο με καπνό επεξεργασμένης μελαγχολίας που κάηκε αμέσως γεμίζοντας στάχτες το γραφείο μου. Καθαρίζοντας τες, το γραφείο μου μετατράπηκε και αυτό σε στάχτη, που με την σειρά του μετέτρεψε και το ίδιο το πάτωμα σε στάχτη. Με αποτέλεσμα να μην μπορεί με κρατήσει άλλο, με ρούφηξε σε μια αστρική άβυσσο σβησμένων αποτσίγαρων….

Συνεχίζεται…


Frank Zappa We're Turning Again Live